Περί ασυλίας ο λόγος…

Η πρόσφατη υπόθεση απονομής προεδρικής χάριτος σε πρώην βουλευτή του ΔΗΣΥ για διαγραφή τεσσάρων ποινικών υποθέσεων για τροχαίες παραβάσεις, συνιστά ξεκάθαρα κατάχρηση της βουλευτικής ασυλίας.

Με καθαρά νομικούς όρους, γίνεται αντιληπτό ότι το Δικαστήριο δεν έπρεπε να προχωρήσει στην εκδίκαση των υποθέσεων καθώς, με βάση το άρθρο 83 του Συντάγματος, οι βουλευτές προστατεύονται από ασυλία, και ως εκ τούτου, δεν μπορούν, χωρίς την άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, να διωχθούν ποινικά.

Με καθαρά πολιτικούς και ηθικούς όρους όμως, γίνεται αντιληπτό ότι η ασυλία δεν παρέχει ταυτόχρονα και το δικαίωμα ή τη δικαιολογία στον κάθε βουλευτή να παραβιάζει τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας. Ούτε τον αποτρέπει από το να σέβεται τους νόμους, τους οποίους ο ίδιος ψηφίζει και απαιτεί από τους πολίτες να εφαρμόζουν. Ούτε προφανώς τον αποθαρρύνει από το να πληρώνει κανονικά, όπως ο κάθε πολίτης, τις τροχαίες του παραβάσεις.

Εξ αφορμής της πιο πάνω υπόθεσης, επανέρχεται στο προσκήνιο το θέμα της τροποποίησης του Συντάγματος για τη βουλευτική ασυλία, με την προώθηση συγκεκριμένων εξαιρέσεων από την ασυλία, όπως είναι οι τροχαίες παραβάσεις. Η προώθηση του θέματος αυτού, αποτελεί σήμερα επιτακτική ανάγκη για την αποτροπή φαινομένων όπως η πιο πάνω υπόθεση, και σίγουρα οι λόγοι είναι πολλοί.

Πρωτίστως, οι τροχαίες παραβάσεις δεν πρέπει να εμπίπτουν στο εύρος όσων καλύπτονται από την ασυλία, καθώς, ούτε αφορούν, ούτε συνδέονται με οποιοδήποτε τρόπο, με την κοινοβουλευτική δραστηριότητα των βουλευτών. Δικαιολογίες του τύπου ότι ο βουλευτής τρέχει να προλάβει τις πολλές του υποχρεώσεις, έχουν καταντήσει γραφικές. Δηλαδή, σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες όπου οι βουλευτές δεν καλύπτονται με ασυλία για τέτοια αδικήματα, έχουν λιγότερες υποχρεώσεις;

Δεύτερο, για λόγους οδικής ασφάλειας. Με βάση πρόσφατες στατιστικές, τα θύματα τροχαίων στην Κύπρο αυξήθηκαν κατά 18% το 2011 σε σχέση με το 2010, και πρόκειται για τη μεγαλύτερη αύξηση σε σχέση με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη! Συνεπώς, δεν χρειάζεται να δίνουμε και άλλοθι στους βουλευτές μας για να παραβιάζουν τον κώδικα οδικής ασφάλειας, αυξάνοντας τις πιθανότητες πρόκλησης τροχαίων δυστυχημάτων.

Τρίτο, είναι καιρός να προχωρήσουμε στον εκσυγχρονισμό του Συντάγματος μας. Όχι μόνο για αυτό το θέμα αλλά και για άλλα πολλά (βλ. άρση του ασυμβίβαστου για να δικαιούνται οι δημόσιοι υπάλληλοι να είναι παράλληλα και δημοτικοί σύμβουλοι). Τα δεδομένα που υπήρχαν το 1960 έχουν σαφέστατα αλλάξει. Είναι πλέον αδήριτη η ανάγκη αναπροσαρμογής του Συντάγματος στα σημερινά δεδομένα και στις ανάγκες της σημερινής σύγχρονης κοινωνίας. Επιπρόσθετα, το άρθρο 83 του Συντάγματος που καλύπτει το θέμα της βουλευτικής ασυλίας, δεν εμπίπτει στα θεμελιώδη άρθρα του και συνεπώς μπορεί εύκολα να τροποποιηθεί, δεδομένου ότι υπάρχει η πολιτική βούληση.

Τέλος, και ενδεχομένως πιο σημαντικό, είναι το γεγονός ότι η τροποποίηση της βουλευτικής ασυλίας μπορεί να αποτελέσει την ένδειξη καλής θέλησης των βουλευτών για αποτροπή φαινομένων εκμετάλλευσης και κατάχρησης του δικαιώματος αυτού. Έχουμε επανειλημμένως τονίσει ότι η κρίση των θεσμών και των αξιών στην Κύπρο, καθώς και η απαξίωση της πολιτικής, ιδιαίτερα από νέους ανθρώπους, έχει αγγίξει κόκκινο τα τελευταία  χρόνια. Χρειάζεται να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη μεταξύ πολιτών και πολιτικής. Χρειάζεται να πιστέψει ξανά ο λαός στους θεσμούς, στις αξίες και στη χρηστή διακυβέρνηση. Η τροποποίηση της βουλευτικής ασυλίας μπορεί να αποτελέσει το έναυσμα προς αυτή την κατεύθυνση.

Ο Ευριπίδης είχε πει ότι «η τήρηση των νόμων είναι ο συνδετικός δεσμός της Πολιτείας». Εάν δεν τηρούνται οι νόμοι, διαλύεται σιγά σιγά και το οικοδόμημα που ονομάζεται Πολιτεία. Ας το έχουν αυτό υπόψη τους οι βουλευτές μας, την  επόμενη φορά που θα αποφασίσουν συνειδητά να παρανομήσουν με τέτοιο τρόπο.