Κληριδική Προσέγγιση

Ανήκω στη γενιά των Κυπρίων που δεν έχουν χαρεί μια ελεύθερη πατρίδα. Στον πολιτικό χώρο του Δημοκρατικού Συναγερμού, έχουμε μεγαλώσει με πρώτη και ασυμβίβαστη αρχή μας, τον τερματισμό της τουρκικής κατοχής και διαίρεσης της πατρίδας μας, στο πλαίσιο μιας λογικής και βιώσιμης λύσης.

Όλα αυτά τα χρόνια έκανα συνειδητή μου επιλογή να στηρίζω με όλες μου τις δυνάμεις τη γραμμή πλεύσης που χάραξε ο Γλαύκος Κληρίδης, απέναντι στον λαϊκισμό και την πατριδοκαπηλεία, σε κάθε κόστος και τίμημα. Το έκανα γιατί αισθάνομαι όσο περνούν τα χρόνια, ότι ο γνήσιος πατριωτισμός είναι η ρεαλιστική προσέγγιση, αυτή είναι η αυθεντική Κληριδική Κληρονομιά. Ο χρόνος λειτουργεί εναντίον της Κύπρου και του λαού της, παγιώνει τα τετελεσμένα της τουρκικής κατοχής και συρρικνώνει τον Ελληνισμό και την ιστορία του στα όρια της σημερινής γραμμής κατοχής.

Μέσα από την πολιτική ωρίμανση στα χρόνια που μεσολάβησαν, αντιλήφθηκα ότι η Διζωνική, Δικοινοτική Ομοσπονδία, είναι η μόνη αποδεκτή βάση για επίλυση του κυπριακού, αν θέλουμε να αποφύγουμε την οριστική διχοτόμηση. Μάλιστα θεωρώ ότι δεν οδηγεί κατ’ ανάγκη σε ένα «οδυνηρό συμβιβασμό» για τους Ελληνοκυπρίους, αλλά μπορεί, στο πλαίσιο της συμμετοχής της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, να κερδίσει τις ασφαλιστικές δικλείδες του σύγχρονου φυσιολογικού κράτους και να οδηγήσει σε ένα λειτουργικό συμβιβασμό, μέσα από τον οποίο οι δύο κοινότητες στο νησί και οι θρησκευτικές ομάδες να μπορέσουν να συμβιώσουν ειρηνικά. Αυτά δηλαδή που κέρδισε ο Νίκος Αναστασιάδης μέχρι το Κραν Μοντάνα: μια «αποκεντρωμένη» ομοσπονδία με κεντρική κυβέρνηση και αρμοδιότητες που έχουν να κάνουν με την έννοια της ύπαρξης ενός κράτους (εξωτερική πολιτική, θέματα άμυνας, ασφάλειας, φυσικών πόρων και οικονομίας), ενώ όλες οι αρμοδιότητες που έχουν να κάνουν με την καθημερινή λειτουργία ενός κράτους, μπορούν να μεταφερθούν στις συνιστώσες πολιτείες.

Παράλληλα, μέσα από συζητήσεις αλλά και μελέτες που μεσολάβησαν, η πολιτική ηγεσία έχει πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι η μεγαλύτερη έγνοια και ανησυχία των Ελληνοκυπρίων πηγάζει από τα αισθήματα ανασφάλειας που προκαλεί η Τουρκία με την κατοχή. Χρειάστηκαν να περάσουν 13 ολόκληρα χρόνια από το 2004 για να κάνει επιτέλους η Τουρκία – η οποία είναι κοινώς αποδεκτό ότι κρατά το πιο σημαντικό κλειδί της λύσης – το μεγάλο βήμα για να δεχθεί να συζητήσει την ασφάλεια. Το κεκτημένο του Πλαισίου Γκουτέρες δεν πρέπει να αφεθεί να φθαρεί γιατί όλοι αναγνωρίζουν τώρα ότι το σύστημα εγγυήσεων του 1960 είναι αναχρονιστικό και πρέπει να καταργηθεί. Στο Κραν Μοντανά, όλα τα εμπλεκόμενα μέρη συζήτησαν πάνω σε αυτή τη βάση την ασφάλεια, και αυτό αδιαμφισβήτητα ήταν απόρροια των σωστών κινήσεων της Κυβέρνησης Αναστασιάδη.

Δυστυχώς, δεν υπήρξε επιτυχής έκβαση στις συνομιλίες στο Κραν Μοντανά. Διαφάνηκε ξεκάθαρα ότι η Τουρκία καθορίζει η ίδια το «τέμπο» με το οποίο επιθυμεί να κάνει βήματα προς την κατεύθυνση της λύσης. Και το «τέμπο» αυτό δεν συνάδει με τη δική μας επιτακτική ανάγκη για άμεση λύση του κυπριακού.

Παρά το ισχυρό κεκτημένο του Κραν Μοντανά, ο ΟΗΕ και η ΕΕ δεν έχουν πειστεί ότι υπάρχει πραγματική βούληση για επανέναρξη των συνομιλιών.  Και ένα πράγμα δυστυχώς θεωρείται δεδομένο: χωρίς την επανεκκίνηση του διαλόγου, φθείρεται η προσπάθεια Αναστασιάδη που έφθασε στο πιο θετικό σημείο και οι εξελίξεις προμηνύονται δυσοίωνες.

Ο Διαπραγματευτής Α. Μαυρογιάννης μίλησε για το τέλος μιας εποχής στο κυπριακό. Με την ίδια αγωνία εκφράστηκε πρόσφατα και ο Πρόεδρος του Δημοκρατικού Συναγερμού. Ο Αβέρωφ Νεοφύτου εκτιμά ότι το παράθυρο της λύσης κλείνει και τονίζει την ανάγκη για εντατικοποίηση των προσπαθειών, σε όλα τα επίπεδα, για να πείσουμε το διεθνή παράγοντα για τη βούληση μας για λύση. Το ότι η Τουρκία συνεχίζει την αδιάλλακτη της στάση, δεν μας απαλλάσσει από τη δική μας ευθύνη να ενισχύσουμε την πολιτική μας με στόχο τη διαμόρφωση των κατάλληλων συνθηκών για επανέναρξη του διαλόγου. Αυτή η προσέγγιση επανέφερε στη μνήμη μου τη φιλοσοφία του πατριωτικού ρεαλισμού του Γλαύκου Κληρίδη: η επίτευξη του εθνικού μας στόχου θα γίνει πραγματικότητα μόνο όταν προβάλουμε με στρατηγική τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Κύπρου και καταφέρουμε να ταυτίσουμε τα εθνικά μας συμφέροντα με αυτά του διεθνούς και ευρωπαϊκού παράγοντα.

Αυτά τα λόγια σήμερα είναι όσο ποτέ επίκαιρα. Αφορούν τόσο τους ενεργειακούς σχεδιασμούς στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και τα μεγάλα συμφέροντα πίσω από τις διεθνείς εταιρείες εκμετάλλευσης φυσικού αερίου, όσο και την αναθέρμανση του ενδιαφέροντος της Τουρκίας για την ενταξιακή της πορεία στην ΕΕ.

Ο εφησυχασμός που δημιουργεί η επίπλαστη ηρεμία του σημερινού status quo, αλλά και η αφελέστατη αντίληψη ότι με τη διχοτόμηση θα «ησυχάσουμε» από την Τουρκία, αποτελούν τη χειρότερη συνταγή για το κυπριακό. Η πολιτική του εφικτού και του πραγματισμού, σε συνδυασμό με στρατηγική και διορατικότητα, είναι ο μόνος δρόμος για να κρατήσουμε ζωντανό το όραμα μας για μια ελεύθερη και επανενωμένη Κύπρο.