Συνέντευξη στην Εφημερίδα “ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ”
Ιούνιος 2015
1. Κα Ορφανίδου, δύο χρόνια μετά την κατάρρευση της κυπριακής οικονομίας και του κουρέματος των καταθέσεων μας, σε ποιο σημείο του δρόμου βρισκόμαστε;
Πιστεύω ότι τα τελευταία δύο χρόνια έχουν παρθεί δύσκολες αποφάσεις και έχουν γίνει μεγάλες τομές σε όλα τα επίπεδα για να μπορέσουμε να αποφύγουμε την ολική κατάρρευση της οικονομίας μας και να επανέλθουμε, αργά αλλά σταθερά, σε τροχιά ανάκαμψης. Σε αυτό το δύσκολο δρόμο που διανύει ακόμη η οικονομία μας, σημαντικό ρόλο διαδραματίζει βεβαίως η συνετή οικονομική πολιτική της Κυβέρνησης, αλλά κυριότερα, η συλλογική προσπάθεια, ο κόπος και η υπομονή που έχουν επιδείξει οι Κύπριοι πολίτες αυτά τα δύο χρόνια.
Προσωπικά θεωρώ ότι βρισκόμαστε στα μισά του δρόμου, καθώς πολλά απομένουν ακόμη να γίνουν, ιδιαίτερα στον τομέα των μεταρρυθμίσεων. Όμως, κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο ετών, έχουμε κτίσει εκ νέου, πάνω σε γερές βάσεις, τα θεμέλια της οικονομίας μας. Το τραπεζικό μας σύστημα, το οποίο αποτελεί τον κύριο αιμοδότη της κυπριακής οικονομίας, έχει επιτέλους σταθεροποιηθεί και έχουν αρθεί όλοι οι περιορισμοί στη διακίνηση κεφαλαίου εντός και εκτός Κύπρου. Οι συστημικές μας τράπεζες, μέσα από την άντληση ξένων επενδύσεων, έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί και έχουν περάσει με επιτυχία τα τεστ αντοχής τον περασμένο Οκτώβριο. Βεβαίως οι προκλήσεις που συνεχίζει να αντιμετωπίζει το τραπεζικό μας σύστημα, και ιδιαίτερα για το θέμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, είναι σημαντικές. Για το σκοπό αυτό έχουμε εκσυγχρονίσει την νομοθεσία των εκποιήσεων, έχουμε προωθήσει το θεσμό του τραπεζικού διαμεσολαβητή για βιώσιμες αναδιαρθρώσεις δανείων, και έχουμε θέσει, για πρώτη φορά, σε εφαρμογή ένα σύγχρονο πλαίσιο αφερεγγυότητας για τις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού, μέσω του οποίου παρέχονται κίνητρα σε τράπεζες και δανειολήπτες για αμοιβαίες διευθετήσεις δανείων, προστατεύεται, στη βάση κριτηρίων, η πρώτη κατοικία και αντιμετωπίζεται το κρίσιμο ζήτημα των εγγυητών.
Εξίσου σημαντική είναι και η δημοσιονομική εξυγίανση των οικονομικών μας. Έχουμε «νοικοκυρέψει» επιτέλους τα δημόσια μας οικονομικά, βάζοντας τέλος σε αλόγιστες δαπάνες και μη στοχευμένα επιδόματα. Σήμερα, η κυπριακή οικονομία παρουσιάζει αργά αλλά σταθερά, τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης. Για πρώτη φορά, μετά από 14 συνεχόμενα τρίμηνα ύφεσης, το 1ο τρίμηνο του 2015 παρουσίασε ανάπτυξη 1.6%, η οποία αποτελεί και το ψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης από όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Με βάση αυτά τα ενθαρρυντικά στοιχεία, υπολογίζεται ότι φέτος θα έχουμε μικρό αλλά θετικό ρυθμό ανάπτυξης μεταξύ 0.5-1%, ο οποίος θα διαψεύσει για ακόμη μια φορά τις αρνητικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Επιστέγασμα των πιο πάνω αποτελούν οι συνεχείς αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της οικονομίας μας από διεθνείς οίκους αξιολόγησης, και κατ΄ επέκταση, σε συνδυασμό με το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, η μείωση της απόδοσης των κυπριακών ομολόγων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την πρόσφατη έξοδο της Κύπρου στις διεθνείς αγορές, από την οποία αντλήσαμε €1δις με ευνοϊκό επιτόκιο. Και αυτό καταδεικνύει ότι είμαστε πολύ κοντά στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των ξένων επενδυτών στην κυπριακή οικονομία και στη διάχυση ρευστότητας στην κυπριακή αγορά, που θα έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την προώθηση αναπτυξιακών έργων.
Αντιλαμβάνομαι βεβαίως ότι τα πιο πάνω παρουσιάζουν μια εικόνα των αριθμών που ευημερούν. Είναι αλήθεια ότι η πραγματική οικονομία δεν έχει ακόμη ανακάμψει και δεν έχει «βιώσει στο πετσί του» ο κάθε Κύπριος πολίτης τις θετικές αλλαγές. Για να αντιμετωπιστεί η μεγάλη μάστιγα της ανεργίας, ιδιαίτερα ανάμεσα στους νέους, και για να μπορέσει να «ανασάνει» το παζάρι και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις μας θέλει δουλειά πολλή και χρόνο. Κυριότερα, για να μπορέσουμε να βιώσουμε την αλλαγή, πρέπει να τολμήσουμε να εφαρμόσουμε τις διαθρωτικές αλλαγές που θα έπρεπε εδώ και δεκαετίες να προωθήσουμε: μεταρρύθμιση της δημόσιας υπηρεσίας, αποκρατικοποιήσεις, ένα γενικό σύστημα υγείας, μια μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή στρατηγική κ.α. Μόνο τότε θα ευημερήσουν πραγματικά οι Κύπριοι πολίτες και θα επανεκκινήσει η οικονομία μας.
2. Να υποθέσουμε λοιπόν ότι ελπίζετε σε καλύτερες μέρες όσο αφορά τις εξελίξεις στην οικονομία μας;
Η αλήθεια είναι ότι είμαι εκ φύσεως αισιόδοξη, συνεπώς πάντα ελπίζω για το καλύτερο, ιδιαίτερα όταν γνωρίζω από πρώτο χέρι τις προσπάθειες που γίνονται από όλους για να επιβιώσει ο τόπος και η οικονομία μας. Χρειάστηκε πολλή δουλειά, τόλμη και υπομονή για να φτάσουμε, δύο χρόνια μετά τα τραγικά γεγονότα του Μαρτίου του 2013, να μιλούμε για ανάπτυξη, έστω και μικρή. Είμαστε η μόνη χώρα σε Μνημόνιο που κατάφερε να ορθοποδήσει σε τόσο λίγο χρονικό διάστημα, και ευελπιστώ ότι αυτή η θετική και συνετή προσπάθεια θα συνεχίσει για να μπορέσουμε να βγούμε από το Μνημόνιο και από την κρίση. Πιστεύω πραγματικά ότι είμαστε ένας λαός πολύ εργατικός, πολύ μορφωμένος και με πολύ πείσμα, και αυτό μας οδηγεί, για δεύτερη φορά μέσα σε λίγες δεκαετίες, να πετύχουμε ένα μικρό οικονομικό θαύμα!
Βεβαίως έχω βαθιά την πεποίθηση ότι ο τρόπος για να επισπεύσουμε τις αναπτυξιακές προοπτικές της οικονομίας μας και να επιφέρουμε την πολυπόθητη οικονομική επανεκκίνηση είναι να λύσουμε το κυπριακό και να επανενώσουμε τον τόπο μας. Πιστεύω βαθιά ότι η επανένωση της πατρίδας μας, στη βάση μιας βιώσιμης και λειτουργικής λύσης, αποτελεί τη διέξοδο σε όλα τα αδιέξοδα που αντιμετωπίζουμε σήμερα.
3. Δηλαδή, αυτή τη φορά είστε αισιόδοξη ότι οδεύουμε προς λύση του κυπριακού προβλήματος ή πιστεύετε ότι θα είναι μια ακόμη επανάληψη των προηγούμενων σεναρίων;
Αυτή τη φορά είμαι αισιόδοξη ότι πάμε για λύση! Η πρόσφατη εκλογή του Ακιντζί ως ηγέτη των Τουρκοκυπρίων, ο οποίος είναι ένας μετριοπαθής και διαχρονικά υπέρ της επανένωσης πολιτικός, η επανέναρξη των συνομιλιών και το δημιουργικό κλίμα που επικρατεί μεταξύ των δύο ηγετών, θεωρώ ότι δημιουργούν ένα κλίμα ελπίδας και συγκρατημένης αισιοδοξίας ότι αυτή τη φορά μπορεί και να καταφέρουμε να επανενώσουμε τον τόπο μας.
Βεβαίως πιστεύω ότι το κλειδί της λύσης του κυπριακού εξακολουθεί να βρίσκεται στην Τουρκία. Όμως οι εξελίξεις στους ενεργειακούς σχεδιασμούς της ΕΕ και των μεγάλων «παικτών» στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και η ανακάλυψη του φυσικού αερίου στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Κύπρου, η οποία δημιουργεί προοπτικές συνεργασίας με άλλες χώρες της περιοχής όπως το Ισραήλ, την Αίγυπτο και την Ελλάδα, δεν αφήνει περιθώρια στην Τουρκία να εξακολουθεί να κρατά όμηρο την Κύπρο. Η Τουρκία γνωρίζει ότι εάν επιθυμεί να συμμετάσχει σε αυτούς τους ενεργειακούς σχεδιασμούς, οι οποίοι ενδεχομένως να αποτελέσουν και την εναλλακτική πηγή ενεργειακής τροφοδότησης της Ευρώπης, θα πρέπει να λύσει το κυπριακό άμεσα. Με αυτό τον τόπο, ο εθνικός μας πλούτος μπορεί να καταστεί καταλύτης στην επίλυση του κυπριακού αλλά και στη δημιουργία συνθηκών σταθερότητας, ασφάλειας και ειρήνης σε αυτή την πολύ ταραγμένη περιοχή της Μεσογείου. Φυσικά θα δούμε πολύ σύντομα τις πραγματικές προθέσεις της Τουρκίας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Επιπλέον, όπως ανέφερα και πιο πάνω, δεν έχω καμία αμφιβολία ότι οι οικονομικές προοπτικές που θα δημιουργηθούν με τη λύση του κυπριακού, θα ανοίξουν παράθυρο ευκαιρίας, το οποίο καμία κοινότητα δεν έχει την πολυτέλεια να κλείσει. Αυτές οι προοπτικές θα είναι το «όχημα» μας για την επίσπευση της εξόδου από την κρίση και της επανεκκίνησης της οικονομίας μας.
Πιστεύω από καρδιάς ότι με την επανέναρξη των συνομιλιών αυτή τη φορά έχουμε πλέον τη δυνατότητα να ελπίζουμε σε κάτι καλύτερο. Έχουμε την ευχέρεια να δούμε το ποτήρι μισογεμάτο αντί μισοάδειο. Έχουμε την ευκαιρία να επιλέξουμε την ελπίδα αντί το φόβο. Στο τέλος της ημέρας, πιστεύω βαθιά ότι αξίζει σε αυτό τον τόπο μια ακόμη ευκαιρία για ειρήνη.